Επίμονος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επίμονος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
persistente, persista, persistir, persistentes, persistência, constante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίμονος
επίμονος βήχας, επίμονος βήχας με φλέματα, επίμονος βήχας αντιμετώπιση, επίμονος πονοκέφαλος, επίμονος κηπουρός, επίμονος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίμονος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επίκριση στα πορτογαλικά - crítica, criticismo, críticas, a crítica, as críticas
- επίμαχος στα πορτογαλικά - controverso, controversa, polêmico, controversos, polêmica
- επίορκος στα πορτογαλικά - perjuro, perjurer, perjurador, pessoa que jurou falso
- επίπεδο στα πορτογαλικά - aplanar, plaina, posição, raso, grau, alface, igual, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίμονος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: persistente, persista, persistir, persistentes, persistência, constante
Μεταφράσεις: persistente, persista, persistir, persistentes, persistência, constante