Επίμονος στα ισλανδικά
Μετάφραση: επίμονος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
viðvarandi, langvarandi, þrálátur, þrálát, þrálátari
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίμονος
επίμονος βήχας, επίμονος βήχας με φλέματα, επίμονος βήχας αντιμετώπιση, επίμονος πονοκέφαλος, επίμονος κηπουρός, επίμονος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επίμονος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επίκριση στα ισλανδικά - gagnrýni, gagnrýnin, ádeila
- επίμαχος στα ισλανδικά - umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda
- επίορκος στα ισλανδικά - perjurer
- επίπεδο στα ισλανδικά - jafna, flatur, hefla, flatlendur, hefill, stigi, stig, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίμονος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: viðvarandi, langvarandi, þrálátur, þrálát, þrálátari
Μεταφράσεις: viðvarandi, langvarandi, þrálátur, þrálát, þrálátari