Επιβεβαίωση στα δανικά
Μετάφραση: επιβεβαίωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bekræftelse, bekræftet, en bekræftelse, bekræftelse af, bekræftelsen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβεβαίωση
επιβεβαίωση συνώνυμο, επιβεβαίωση email, επιβεβαίωση συνώνυμα, επιβεβαίωση αφμ, επιβεβαίωση α.φ.μ / vat vies validation, επιβεβαίωση λεξικό γλώσσας δανικά, επιβεβαίωση στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιβίβαση στα δανικά - boarding, bording, boardingafvisning, ombordstigning, opbringningen
- επιβίωση στα δανικά - overlevelse, overleve, at overleve, overlevelsen
- επιβεβαιώνω στα δανικά - bekræfte, bekræfter, bekræft, at bekræfte
- επιβιβάζομαι στα δανικά - bræt, gå i gang, kast, indlede, påbegynde, iværksætte
Τυχαίες λέξεις
Επιβεβαίωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bekræftelse, bekræftet, en bekræftelse, bekræftelse af, bekræftelsen
Μεταφράσεις: bekræftelse, bekræftet, en bekræftelse, bekræftelse af, bekræftelsen