Επιβεβαίωση στα ολλανδικά

Μετάφραση: επιβεβαίωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bevestiging, de bevestiging, bevestigd, bevestiging van, een bevestiging
Επιβεβαίωση στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβεβαίωση

επιβεβαίωση συνώνυμο, επιβεβαίωση email, επιβεβαίωση συνώνυμα, επιβεβαίωση αφμ, επιβεβαίωση α.φ.μ / vat vies validation, επιβεβαίωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιβεβαίωση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιβίβαση στα ολλανδικά - boarding, internaat, internaten, instappen, het inschepen
  • επιβίωση στα ολλανδικά - overleving, survival, overleven, voortbestaan, overlevingskansen
  • επιβεβαιώνω στα ολλανδικά - bevestigen, aannemen, erkennen, vormen, staven, bekrachtigen, te bevestigen, ...
  • επιβιβάζομαι στα ολλανδικά - bord, aanklampen, tablet, plank, tafel, inschepen, beginnen, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιβεβαίωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bevestiging, de bevestiging, bevestigd, bevestiging van, een bevestiging