Ευυπόληπτος στα δανικά

Μετάφραση: ευυπόληπτος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hæderlige, velrenommerede, velrenommeret, velanset, anerkendt
Ευυπόληπτος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευυπόληπτος

ευυπόληπτος ορισμος, ευυπόληπτος πολιτης, ευυπόληπτος πολιτης movie, ευυπόληπτος συνωνυμα, ευυπόληπτος βικιλεξικο, ευυπόληπτος λεξικό γλώσσας δανικά, ευυπόληπτος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ευτυχισμένος στα δανικά - lykkelig, glad, heldig, glade, tilfreds, glade for
  • ευτυχώς στα δανικά - heldigvis, forsvarsspilleren tilbage, forsvarsspilleren, Heldigvis er, forsvarsspilleren tilbage og
  • ευφορία στα δανικά - eufori, euforien, euforisk, euphoria
  • ευφράδεια στα δανικά - fluency, flydende, regelmæssighed, talefærdighed, formuleringsevne
Τυχαίες λέξεις
Ευυπόληπτος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hæderlige, velrenommerede, velrenommeret, velanset, anerkendt