Ζευγάρι στα δανικά

Μετάφραση: ζευγάρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
par, parret, nogle
Ζευγάρι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζευγάρι

ζευγάρι έκανε σeξ σε κεντρικό δρόμο, ζευγάρι αιχμαλώτισε το «μυθικό τέρας» τσουπακάμπρα, ζευγάρι χόρεψε γυμνό στο dancing with the stars, ζευγάρι έκανε σeξ σε koinh θεα video, ζευγάρι έκανε σeξ σε κεντρικό δρόμο περαστικός ανέβασε το βίντεο στο youtube, ζευγάρι λεξικό γλώσσας δανικά, ζευγάρι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ζεστασιά στα δανικά - varme, varmen
  • ζεστός στα δανικά - varm, venlig, elskværdig, varme, varmt, hot
  • ζευγάς στα δανικά - par, pair, parret, sæt
  • ζευγαρώνω στα δανικά - partner, ægtefælle, mate, kammerat, mage, styrmand, makker
Τυχαίες λέξεις
Ζευγάρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: par, parret, nogle