Ηδονή στα δανικά
Μετάφραση: ηδονή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
glæde, fryd, fryde, fornøjelse, fornøjelsen, nydelse, glæden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηδονή
ηδονή english, ηδονή ή πόνος, ηδονή γυναίκας, ηδονή ετυμολογία, ηδονή καβάφης, ηδονή λεξικό γλώσσας δανικά, ηδονή στα δανικά
Μεταφράσεις
- ηγετικός στα δανικά - boss, formand, chef, førende, fører, der fører, ledende, ...
- ηγούμαι στα δανικά - hoved, føre, overskrift, bly, lede, medføre, fører
- ηδυπαθής στα δανικά - idypathis
- ηδύφωνος στα δανικά - idyfonos
Τυχαίες λέξεις
Ηδονή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: glæde, fryd, fryde, fornøjelse, fornøjelsen, nydelse, glæden
Μεταφράσεις: glæde, fryd, fryde, fornøjelse, fornøjelsen, nydelse, glæden