Θυμωμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: θυμωμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufgebracht, rasend, verrückt, toll, erzürnt, wahnsinnig, wütend, irre, böse, verärgert, zornig, ärgerlich
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυμωμένος
θυμωμένος gran run, θυμωμένος μου ήρθες απόψε στίχοι, καρκίνος θυμωμένος, θυμωμένος στα γαλλικά, θυμωμένος ονειροκρίτης, θυμωμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, θυμωμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- θυμάρι στα γερμανικά - thymian, Thymian, thyme
- θυμίαμα στα γερμανικά - weihrauch, Weihrauch, Räucherwerk, Räucherstäbchen, Duft
- θυμός στα γερμανικά - ärger, verärgern, zorn, Zorn, Ärger, Wut, Zorns, ...
- θυρίδα στα γερμανικά - ladentisch, tabelliermaschine, büfett, verkaufstisch, zähler, tabulator, Schließfach, ...
Τυχαίες λέξεις
Θυμωμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: aufgebracht, rasend, verrückt, toll, erzürnt, wahnsinnig, wütend, irre, böse, verärgert, zornig, ärgerlich
Μεταφράσεις: aufgebracht, rasend, verrückt, toll, erzürnt, wahnsinnig, wütend, irre, böse, verärgert, zornig, ärgerlich