Καλλονή στα δανικά
Μετάφραση: καλλονή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skønhed, skønheden, smukke, beauty
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλλονή
καλλονή παε, καλλονή λέσβου, καλλονή - βέροια 0-3, καλλονή αελ v βέροια, καλλονή παναιτωλικός, καλλονή λεξικό γλώσσας δανικά, καλλονή στα δανικά
Μεταφράσεις
- καλλιτεχνία στα δανικά - kunstfærdighed, dramaserier, artistry, kunst, artisteri
- καλλιτεχνικός στα δανικά - kunstnerisk, kunstneriske, kunst, den kunstneriske
- καλλωπίζω στα δανικά - smykke, fikse op, spruce op, gran op, at fikse op, spruce
- καλοήθης στα δανικά - godartet, benign, godartede, benigne, gunstige
Τυχαίες λέξεις
Καλλονή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skønhed, skønheden, smukke, beauty
Μεταφράσεις: skønhed, skønheden, smukke, beauty