Skønhed στα ελληνικά
Μετάφραση: skønhed, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομορφιά, καλλονή, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- skøge στα ελληνικά - πόρνη, πατσαβούρα, πουτάνα, Whore, Πόρνης, η πόρνη
- skøn στα ελληνικά - πρόστιμο, όμορφος, φίνος, αίθριος, ψιλή, εκτιμήσεις, εκτιμήσεων, ...
- skør στα ελληνικά - θυμωμένος, εύθραυστος, τρελούτσικος, κουζουλός, τρελός, λωλός, τρελό, ...
- skørt στα ελληνικά - φούστα, εύθραυστος, εύθραυστα, εύθραυστο, ψαθυρή, εύθρυπτο
Τυχαίες λέξεις
Skønhed στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομορφιά, καλλονή, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
Μεταφράσεις: ομορφιά, καλλονή, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές