Καμάκι στα δανικά
Μετάφραση: καμάκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spyd, lanse, harpun, harpunen, harpunere, harpoon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμάκι
καμάκι με το αυτοκίνητο φτωχός vs πλούσιος (video), καμάκι ψαρέματος, καμάκι στο facebook, καμάκι στην παραλία, καμάκι ατάκες, καμάκι λεξικό γλώσσας δανικά, καμάκι στα δανικά
Μεταφράσεις
- καλώ στα δανικά - kalde, råbe, opkald, call, indkaldelse, opkaldet, opfordring
- καλώδιο στα δανικά - telegram, kabel, tråd, kablet
- καμάρα στα δανικά - arch, bue, buen, svangen
- καμάρι στα δανικά - søn, finere madlavning, elegance, flot stil, flot gestus, storhed
Τυχαίες λέξεις
Καμάκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spyd, lanse, harpun, harpunen, harpunere, harpoon
Μεταφράσεις: spyd, lanse, harpun, harpunen, harpunere, harpoon