Καμάκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: καμάκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спис, гарпун
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμάκι
καμάκι με το αυτοκίνητο φτωχός vs πλούσιος (video), καμάκι ψαρέματος, καμάκι στο facebook, καμάκι στην παραλία, καμάκι ατάκες, καμάκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καμάκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καλώ στα ουκρανικά - вимагати, скликати, призивати, визивати, виклик, дзвінок
- καλώδιο στα ουκρανικά - линва, кодола, кабель, кабелю
- καμάρα στα ουκρανικά - звід, баня, склепіння, котелок, арка, арку
- καμάρι στα ουκρανικά - виходець, уколи, сине, уродженець, синок, рисовка, малювання
Τυχαίες λέξεις
Καμάκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спис, гарпун
Μεταφράσεις: спис, гарпун