Καμάκι στα εσθονικά
Μετάφραση: καμάκι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oda, harpuun, harpuunima, harpuuniga, harpuuni, harpuunipüss
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμάκι
καμάκι με το αυτοκίνητο φτωχός vs πλούσιος (video), καμάκι ψαρέματος, καμάκι στο facebook, καμάκι στην παραλία, καμάκι ατάκες, καμάκι λεξικό γλώσσας εσθονικά, καμάκι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καλώ στα εσθονικά - kutse, üleskutse, kõne, üleskutset, kõnet, konkursikutse
- καλώδιο στα εσθονικά - tross, võhmal, vaier, kaabel, kaabli, kaablit
- καμάρα στα εσθονικά - kuppel, kuppelstaadion, kaar, Arch, kaare, võidukaar, võlvi
- καμάρι στα εσθονικά - uhkus, poeg, teatraalsusega, Panache, Suure maailma stiil, teatraalsust
Τυχαίες λέξεις
Καμάκι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: oda, harpuun, harpuunima, harpuuniga, harpuuni, harpuunipüss
Μεταφράσεις: oda, harpuun, harpuunima, harpuuniga, harpuuni, harpuunipüss