Καμάρι στα δανικά

Μετάφραση: καμάρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
søn, finere madlavning, elegance, flot stil, flot gestus, storhed
Καμάρι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καμάρι

καμάρι σαντορίνη, καμάρι μου, καμάρι αρκαδίας, καμάρι κορινθίας, καμάρι σαντορίνης, καμάρι λεξικό γλώσσας δανικά, καμάρι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καμάκι στα δανικά - spyd, lanse, harpun, harpunen, harpunere, harpoon
  • καμάρα στα δανικά - arch, bue, buen, svangen
  • καμήλα στα δανικά - kamel, camel, kamelen, kameler
  • καμαρίλα στα δανικά - advokat, råde, råd, Camarillo, i Camarillo, af Camarillo
Τυχαίες λέξεις
Καμάρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: søn, finere madlavning, elegance, flot stil, flot gestus, storhed