Καρτερία στα δανικά

Μετάφραση: καρτερία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tålmodighed, udholdenhed, holdbarhed, endurance, udholdenhedstræning
Καρτερία στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρτερία

κορβέτα καρτερία, καρτερία ήταν το όνομα του πρώτου ατμοκίνητου πλοίου, καρτερία λεξικό, καρτερία 1, επιχείρηση καρτερία, καρτερία λεξικό γλώσσας δανικά, καρτερία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καρπός στα δανικά - frugt, frugter, frugten, af frugt, frugt-
  • καρτέρι στα δανικά - fælde, fælden, trap, fange
  • καρυκεύω στα δανικά - aroma, krydderi, Spice, krydderier, krydderiet, af Spice
  • καρφί στα δανικά - nagle, søm, negl, nail, negle, neglen
Τυχαίες λέξεις
Καρτερία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tålmodighed, udholdenhed, holdbarhed, endurance, udholdenhedstræning