Κλαδεύω στα δανικά
Μετάφραση: κλαδεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
prune, sveske, svesker, beskære, beskæring
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλαδεύω
πότε κλαδεύω, κλαδεύω αγγλικά, ονειροκρίτης κλαδεύω, κλαδεύω στα αγγλικά, κλαδεύω βερικοκιά, κλαδεύω λεξικό γλώσσας δανικά, κλαδεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- κλαδάκι στα δανικά - kvist, gren, twig, grenen, kvisten
- κλαδί στα δανικά - lem, afdeling, medlem, filial, gren, branchen, branche
- κλακαδόρος στα δανικά - klakadoros
- κλαρίνο στα δανικά - klarinet, clarinet, klarinetten, Klarinetkoncert
Τυχαίες λέξεις
Κλαδεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: prune, sveske, svesker, beskære, beskæring
Μεταφράσεις: prune, sveske, svesker, beskære, beskæring