Κλαδεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: κλαδεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mulkis, nukarpyti, džiovintų slyvų, atsibodėlis, apkarpyti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλαδεύω
πότε κλαδεύω, κλαδεύω αγγλικά, ονειροκρίτης κλαδεύω, κλαδεύω στα αγγλικά, κλαδεύω βερικοκιά, κλαδεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κλαδεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κλαδάκι στα λιθουανικά - šakelė, vytelė, sumoti, nuvokti, virbas
- κλαδί στα λιθουανικά - šaka, skyrius, filialas, filialo, padalinys
- κλακαδόρος στα λιθουανικά - klakadoros
- κλαρίνο στα λιθουανικά - klarnetas, klarnetui, klarneto, klarnetu, clarinet
Τυχαίες λέξεις
Κλαδεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: mulkis, nukarpyti, džiovintų slyvų, atsibodėlis, apkarpyti
Μεταφράσεις: mulkis, nukarpyti, džiovintų slyvų, atsibodėlis, apkarpyti