Κολλώδης στα δανικά

Μετάφραση: κολλώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
klæbrig, klistret, sticky, klæbrige, klæbende
Κολλώδης στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλώδης

κολλώδης ομιλία, κολλοειδής άργυρος, κολλώδης συμπεριφορά, κολλώδης ουσία στα φυτά, κολλώδης ωτίτιδα, κολλώδης λεξικό γλώσσας δανικά, κολλώδης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κολλιτσίδα στα δανικά - burre, burren, skræppe
  • κολλώ στα δανικά - lim, klister, klistre, lime, stick, pind, stok, ...
  • κολοκύθα στα δανικά - græskar, pumpkin
  • κολοκύθι στα δανικά - græskar, presse, knuse, squash, zucchini, courgetter, courgette
Τυχαίες λέξεις
Κολλώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: klæbrig, klistret, sticky, klæbrige, klæbende