Λασκάρω στα δανικά
Μετάφραση: λασκάρω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
slæk, slack off, slap ud, slække ud, sin sjuskede
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λασκάρω
λασκάρω λεξικό γλώσσας δανικά, λασκάρω στα δανικά
Μεταφράσεις
- λαρδί στα δανικά - svinefedt, fedt, spæk, fedtet, lard
- λαρυγγικός στα δανικά - guttural, gutturalen, gutturale, gutturalt, strubelyd
- λασπωμένος στα δανικά - mudret, mudrede, muddy, grumset, mudder
- λασπωτήρας στα δανικά - stænkskærm, skaermen, Skærmens, stænkeskærmen, hjulskærmen
Τυχαίες λέξεις
Λασκάρω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: slæk, slack off, slap ud, slække ud, sin sjuskede
Μεταφράσεις: slæk, slack off, slap ud, slække ud, sin sjuskede