Λασκάρω στα ολλανδικά

Μετάφραση: λασκάρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slap af, verslappen, speling af, slack, slappe
Λασκάρω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λασκάρω

λασκάρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λασκάρω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λαρδί στα ολλανδικά - reuzel, spek, varkensvet, lard, varkensreuzel
  • λαρυγγικός στα ολλανδικά - keelklank, guttural, gutturaal, gutturale, een keelklank
  • λασπωμένος στα ολλανδικά - vuil, smerig, troebel, modderig, modderige, modder, muddy, ...
  • λασπωτήρας στα ολλανδικά - slijkbord, spatscherm, spatbord, mudguard, spatborden, het spatbord, voorspatbord
Τυχαίες λέξεις
Λασκάρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slap af, verslappen, speling af, slack, slappe