Μερσίνη στα δανικά

Μετάφραση: μερσίνη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Mersin, i Mersin
Μερσίνη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερσίνη

μερσίνη 2013, μερσίνη μύκονος, μερσίνη δονούσα, μερσίνη λαμπράκη, μερσίνη φυτό, μερσίνη λεξικό γλώσσας δανικά, μερσίνη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μερικός στα δανικά - lidt, delvis, partiel, delvise, delvist, del
  • μερικώς στα δανικά - delvis, dels, delvist, til dels, bl.a.
  • μεσάζοντας στα δανικά - mægler, mægleren, broker, forhandler
  • μεσάζων στα δανικά - mellemmand, mellemled, mellemhandler, mellemmanden
Τυχαίες λέξεις
Μερσίνη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Mersin, i Mersin