Μερσίνη στα πολωνικά
Μετάφραση: μερσίνη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mirt, barwinek, Mersin, w Mersin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μερσίνη
μερσίνη 2013, μερσίνη μύκονος, μερσίνη δονούσα, μερσίνη λαμπράκη, μερσίνη φυτό, μερσίνη λεξικό γλώσσας πολωνικά, μερσίνη στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μερικός στα πολωνικά - przychylny, cząstkowy, stronniczy, częściowy, częściowe, częściowego, częściowo, ...
- μερικώς στα πολωνικά - poniekąd, częściowo, części, w części, po części, częściowa
- μεσάζοντας στα πολωνικά - pośrednik, makler, agent, broker, brokera
- μεσάζων στα πολωνικά - pośrednik, pośredni, pośrednictwo, pośrednika, pośrednikiem, middleman
Τυχαίες λέξεις
Μερσίνη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: mirt, barwinek, Mersin, w Mersin
Μεταφράσεις: mirt, barwinek, Mersin, w Mersin