Μικροποσότητα στα δανικά
Μετάφραση: μικροποσότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
portion, alikvot, aliquot, prøve, alikvote
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μικροποσότητα
μικροποσότητα χαζής, μικροποσότητα λεξικό γλώσσας δανικά, μικροποσότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- μιζέρια στα δανικά - fattigdom, elendighed, elendigheden, ulykke, lidelser
- μικραίνω στα δανικά - aftagende, retur, aftage, daler, i aftagende
- μικροπρεπής στα δανικά - smålige, smålig, småligt, petty, underofficer
- μικροσκοπικός στα δανικά - øjeblik, minut, lille, tiny, meget lille, små
Τυχαίες λέξεις
Μικροποσότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: portion, alikvot, aliquot, prøve, alikvote
Μεταφράσεις: portion, alikvot, aliquot, prøve, alikvote