Νικημένος στα δανικά

Μετάφραση: νικημένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
besejret, besejrede, slået, forkastet, nederlag
Νικημένος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νικημένος

νικημένοσ ήρωασ, νικημένος λεξικό γλώσσας δανικά, νικημένος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • νηφάλιος στα δανικά - sober, ædru, nøgtern, nøgterne, nøgternt
  • νιαουρίζω στα δανικά - meow, mjave, miaver, mjaver
  • νικητής στα δανικά - vinder, vinderen, Choice, Winner, vinder af
  • νικηφόρος στα δανικά - sejrende, sejrrige, sejrrig, sejrer, sejre
Τυχαίες λέξεις
Νικημένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: besejret, besejrede, slået, forkastet, nederlag