Νοστιμίζω στα δανικά
Μετάφραση: νοστιμίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
årstid, sæson, relish, nyde, begejstret, smage, chutney
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοστιμίζω
νοστιμίζω λεξικό γλώσσας δανικά, νοστιμίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- νοσταλγία στα δανικά - nostalgi, nostalgien, nostalgisk
- νοσταλγικός στα δανικά - nostalgisk, nostalgiske, nostalgi
- νοτερός στα δανικά - udtalt, udtales, udtalte, markant, afsagt
- νοτισμένος στα δανικά - fugtig, fugtigt, fugt, fugtige, fugtet
Τυχαίες λέξεις
Νοστιμίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: årstid, sæson, relish, nyde, begejstret, smage, chutney
Μεταφράσεις: årstid, sæson, relish, nyde, begejstret, smage, chutney