Νύξη στα δανικά
Μετάφραση: νύξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
grave, vink, hentydning, allusion, hentydningen, hentydninger, hentydes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νύξη
νύξη συνώνυμο, έκανε νύξη, η νύξη, νύξη συνώνυμα, νύξη σημασια, νύξη λεξικό γλώσσας δανικά, νύξη στα δανικά
Μεταφράσεις
- νότος στα δανικά - syd, sydlig, Supper, danske, South, sydlige
- νύμφη στα δανικά - nymfe, nymfen, nymph
- νύστα στα δανικά - søvnighed, søvnighed i, træthed, døsighed
- νύχι στα δανικά - negl, søm, nagle, nail, negle, neglen
Τυχαίες λέξεις
Νύξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: grave, vink, hentydning, allusion, hentydningen, hentydninger, hentydes
Μεταφράσεις: grave, vink, hentydning, allusion, hentydningen, hentydninger, hentydes