Ολόκληρος στα δανικά
Μετάφραση: ολόκληρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hel, fuldstændig, hele, komplet, fuld, helhed, helt, samlede
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολόκληρος
ολόκληρος ο σαίξπηρ κύπρος, ολόκληρος συνώνυμα, ολόκληρος ο σαίξπηρ σε μια ώρα κύπρος, ολόκληρος ο σαίξπηρ σε μια ώρα θεσσαλονίκη, ολόκληρος ο εθνικός ύμνος, ολόκληρος λεξικό γλώσσας δανικά, ολόκληρος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ολοφάνερος στα δανικά - indlysende, klart, tydeligt, fremgår
- ολόιδιος στα δανικά - identisk, identiske, samme, ens, er identisk
- ολόσωμα στα δανικά - integreret, integralt, ét, i ét, sammenhængende
- ομάδα στα δανικά - gruppe, gruppering, hold, team, patrulje, gruppen, koncernen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ολόκληρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hel, fuldstændig, hele, komplet, fuld, helhed, helt, samlede
Μεταφράσεις: hel, fuldstændig, hele, komplet, fuld, helhed, helt, samlede