Παγιδεύω στα δανικά

Μετάφραση: παγιδεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fælde, entrap, indfange, indeslutte, fange, indkapsle
Παγιδεύω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παγιδεύω

παιδεύω συνώνυμα, παγιδεύω συνώνυμο, παγιδεύω λεξικό γλώσσας δανικά, παγιδεύω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παγερός στα δανικά - Frosty, kølig, frostklare, frostklar, af Frosty
  • παγετός στα δανικά - frost, rimfrost, frostvejr, frosten, rim
  • παγκάκι στα δανικά - bænk, bænken, bænk med, bench, prøvebænk
  • παγκοσμίως στα δανικά - verden, Verdens, verdensmarkedet
Τυχαίες λέξεις
Παγιδεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fælde, entrap, indfange, indeslutte, fange, indkapsle