Παγιδεύω στα τούρκικα
Μετάφραση: παγιδεύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pusu, tuzak, tuzağa düşürmek, yakalamak, tutmaktadır, tuzağa, entrap
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παγιδεύω
παιδεύω συνώνυμα, παγιδεύω συνώνυμο, παγιδεύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, παγιδεύω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- παγερός στα τούρκικα - soğuk, soğutmak, serinletmek, serin, ayaz, frosty, buzlu, ...
- παγετός στα τούρκικα - kırağı, don, donma, frost, kırağlanma, dona
- παγκάκι στα τούρκικα - bank, sıra, tezgâh, tezgah, kulübesi, Oynayamadığı zamanlar, bankları
- παγκοσμίως στα τούρκικα - evrensel, dünya, Dünyanın, Dünyayı, dünyaca, dünyada
Τυχαίες λέξεις
Παγιδεύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: pusu, tuzak, tuzağa düşürmek, yakalamak, tutmaktadır, tuzağa, entrap
Μεταφράσεις: pusu, tuzak, tuzağa düşürmek, yakalamak, tutmaktadır, tuzağa, entrap