Παράκαιρος στα δανικά

Μετάφραση: παράκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ubelejlig, ubelejligt, uheldigt, ubelejlige, uheldig
Παράκαιρος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παράκαιρος

παράκαιρος αντωνυμο, παράκαιρος λεξικό γλώσσας δανικά, παράκαιρος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παράθεση στα δανικά - apposition, anbringelse, anbringelsen, hosstilling, remodelleringen
  • παράθυρο στα δανικά - vindue, vinduet
  • παράκαμψη στα δανικά - omvej, afstikker, omvejen, omkørsel
  • παράκληση στα δανικά - bede, anmodning, anmode, bøn, opfordring, opfordring til, en opfordring, ...
Τυχαίες λέξεις
Παράκαιρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ubelejlig, ubelejligt, uheldigt, ubelejlige, uheldig