Παρακράτηση στα δανικά

Μετάφραση: παρακράτηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilbageholdelse, kildeskat, tilbageholde, udbytteskat, indeholdelse
Παρακράτηση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακράτηση

παρακράτηση φόρου 300 ευρώ, παρακράτηση φόρου μισθωτών 2014, παρακράτηση φόρου δικηγόρων 2014, παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών 2013, παρακράτηση φόρου 3, παρακράτηση λεξικό γλώσσας δανικά, παρακράτηση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παρακολουθώ στα δανικά - pleje, ur, vagtpost, monitor, se, ser, at se, ...
  • παρακολούθηση στα δανικά - iagttagelse, observation, bemærkning, overvågning, observationer
  • παρακρατώ στα δανικά - lager, forråd, anmelde, reservere, bestille, tilbageholde, at tilbageholde, ...
  • παρακωλύω στα δανικά - hindre, forhindre, forstyrre, hindrer, blokere, hinder, lægge hindringer i vejen
Τυχαίες λέξεις
Παρακράτηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tilbageholdelse, kildeskat, tilbageholde, udbytteskat, indeholdelse