Παραχάραξη στα δανικά

Μετάφραση: παραχάραξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
falskmøntneri, forfalskning, varemærkeforfalskning, af varemærkeforfalskning, forfalskninger
Παραχάραξη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραχάραξη

παραχάραξη ευρώ, παραχάραξη συνώνυμο, παραχάραξη λεξικο, παραχάραξη νομίσματος, παραχάραξη μεταφραση, παραχάραξη λεξικό γλώσσας δανικά, παραχάραξη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παραφροσύνη στα δανικά - sindssyge, vanvid, galskab, sindssygdom, vanviddet
  • παραφυάδα στα δανικά - udløber, aflægger, særdirektiv, forgrening, udløber af
  • παραχαϊδεύω στα δανικά - beskadige, forkæle, forkæl, forkæler, at forkæle, forkæle sig
  • παραχωρώ στα δανικά - indrømme, yde, tildele, give, meddele
Τυχαίες λέξεις
Παραχάραξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: falskmøntneri, forfalskning, varemærkeforfalskning, af varemærkeforfalskning, forfalskninger