Παρθένα στα δανικά
Μετάφραση: παρθένα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
jomfru, Virgin, jomfruolie, jomfruelige, jomfrueligt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρθένα
παρθένα χοροζίδου, παρθένα ετών 30, παρθένα γαμίδου, παρθένα ουσταμπασίδου, παρθένα χοροζίδου βικιπαιδεια, παρθένα λεξικό γλώσσας δανικά, παρθένα στα δανικά
Μεταφράσεις
- παρηγοριά στα δανικά - komfort, Comfort, komforten, trøst
- παρηγορώ στα δανικά - velvære, trøste, bekvemmelighed, komfort, Comfort, komforten, trøst
- παρθένος στα δανικά - jomfru, Jomfruen, virgo, Jomfru, Jomfuen, aries
- παριστάνω στα δανικά - spille, leg, personate
Τυχαίες λέξεις
Παρθένα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: jomfru, Virgin, jomfruolie, jomfruelige, jomfrueligt
Μεταφράσεις: jomfru, Virgin, jomfruolie, jomfruelige, jomfrueligt