Περβόλι στα δανικά

Μετάφραση: περβόλι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Orchard, frugthave, frugtplantage, plantage, plantagen
Περβόλι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περβόλι

κρητικό περβόλι, περβόλι λεξικό γλώσσας δανικά, περβόλι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • περαστικός στα δανικά - passerer, forbifarten, forbigående, der passerer, forbipasserende
  • περατώνω στα δανικά - fuldstændig, fuldende, fuld, komplet, tæt ved, nærheden, i nærheden, ...
  • περιέργεια στα δανικά - nysgerrighed, nysgerrigheden
  • περιέχω στα δανικά - indeholde, rumme, comprize
Τυχαίες λέξεις
Περβόλι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Orchard, frugthave, frugtplantage, plantage, plantagen