Περπατησιά στα δανικά

Μετάφραση: περπατησιά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vandrede, gik, Walked, gået, Udvandrede
Περπατησιά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περπατησιά

περπατησιά λεξικό γλώσσας δανικά, περπατησιά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • περούκα στα δανικά - paryk, parykken, wig, parykker
  • περπάτημα στα δανικά - walking, gåture, gå, at gå, fods
  • περπατώ στα δανικά - tur, spadseretur, gå, marchere, gang, gåtur, walk, ...
  • πεσκέσι στα δανικά - gave, peskesi
Τυχαίες λέξεις
Περπατησιά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vandrede, gik, Walked, gået, Udvandrede