Πούπουλο στα δανικά

Μετάφραση: πούπουλο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nedad, ned, fjer, feather, udtynding
Πούπουλο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πούπουλο

πάπλωμα πούπουλο, πούπουλο στα αγγλικά, πούπουλο θεσσαλονίκη, μπουφαν πούπουλο, επίστρωμα πούπουλο, πούπουλο λεξικό γλώσσας δανικά, πούπουλο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πούλμαν στα δανικά - omnibus, bus, vogn, træner, coach, træneren, træner sig
  • πούντα στα δανικά - snue, kold, kulde, forkølelse, Punta, i Punta
  • πούσι στα δανικά - dis, tåge, tågen, tåget, fog, dug
  • πράγμα στα δανικά - anliggende, sag, ting, noget
Τυχαίες λέξεις
Πούπουλο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nedad, ned, fjer, feather, udtynding