Πούπουλο στα ιταλικά
Μετάφραση: πούπουλο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giù, basso, piuma, penna, della piuma, piume, feather
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πούπουλο
πάπλωμα πούπουλο, πούπουλο στα αγγλικά, πούπουλο θεσσαλονίκη, μπουφαν πούπουλο, επίστρωμα πούπουλο, πούπουλο λεξικό γλώσσας ιταλικά, πούπουλο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πούλμαν στα ιταλικά - omnibus, pullman, allenatore, allenare, autobus, vettura, carrozza, ...
- πούντα στα ιταλικά - freddo, freddezza, raffreddore, frigido, Punta, di Punta, a Punta
- πούσι στα ιταλικά - nebbia, foschia, la nebbia, fendinebbia, di nebbia, della nebbia
- πράγμα στα ιταλικά - articolo, materia, caso, fatto, cosa, coso, affare, ...
Τυχαίες λέξεις
Πούπουλο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: giù, basso, piuma, penna, della piuma, piume, feather
Μεταφράσεις: giù, basso, piuma, penna, della piuma, piume, feather