Πούπουλο στα ουκρανικά
Μετάφραση: πούπουλο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спускати, унизу, нападки, кінчати, підкоряти, перо, пірря, пір'я
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πούπουλο
πάπλωμα πούπουλο, πούπουλο στα αγγλικά, πούπουλο θεσσαλονίκη, μπουφαν πούπουλο, επίστρωμα πούπουλο, πούπουλο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πούπουλο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πούλμαν στα ουκρανικά - автобус, анулювати, тренувати, тренер, екіпаж
- πούντα στα ουκρανικά - холодна, холодний, холод, зимний, холодне, Пунта-
- πούσι στα ουκρανικά - послання, туман
- πράγμα στα ουκρανικά - істота, обставина, явище, приладді, річ, свербіння, важливе
Τυχαίες λέξεις
Πούπουλο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: спускати, унизу, нападки, кінчати, підкоряти, перо, пірря, пір'я
Μεταφράσεις: спускати, унизу, нападки, кінчати, підкоряти, перо, пірря, пір'я