Προλέγω στα δανικά

Μετάφραση: προλέγω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forudsige, forudsiger, spå, varsle
Προλέγω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προλέγω

προλέγω λεξικό γλώσσας δανικά, προλέγω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προκόβω στα δανικά - blomstre, trives, at blomstre
  • προκύπτω στα δανικά - tilfalde, tilfalder, påløber, tilflyde
  • προλαβαίνω στα δανικά - hindre, forhindre, forkøbet, forebygge, undgå, foregribe
  • προλαμβάνω στα δανικά - forkøbet, forebygge, forhindre, undgå, foregribe
Τυχαίες λέξεις
Προλέγω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forudsige, forudsiger, spå, varsle