Προλέγω στα λιθουανικά
Μετάφραση: προλέγω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išpranašauti, išburti, nuspėti, foretell, Nusimato
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προλέγω
προλέγω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, προλέγω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- προκόβω στα λιθουανικά - klestėti, klestėtų, klestės, klesti, suklestėti
- προκύπτω στα λιθουανικά - kilti, priaugti, sukaupti, atitenka, susikaupti, skaičiuojamos
- προλαβαίνω στα λιθουανικά - užbėgti už akių, išvengti, kelią, užbėgti, užkirstas
- προλαμβάνω στα λιθουανικά - užbėgti už akių, išvengti, kelią, užbėgti, užkirstas
Τυχαίες λέξεις
Προλέγω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išpranašauti, išburti, nuspėti, foretell, Nusimato
Μεταφράσεις: išpranašauti, išburti, nuspėti, foretell, Nusimato