Πρόστιμο στα δανικά
Μετάφραση: πρόστιμο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
revselse, bøde, skøn, smuk, straf, fin, fint, fine, bøden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόστιμο
πρόστιμο για κάπνισμα, πρόστιμο του άρθρου 57 του κώδικα φορολογικής διαδικασίας, πρόστιμο για κτεο, πρόστιμο οασθ, πρόστιμο κτεο, πρόστιμο λεξικό γλώσσας δανικά, πρόστιμο στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρόσοδος στα δανικά - livrente, annuitet, løbende ydelse, annuiteten
- πρόσοψη στα δανικά - front, facade, facaden, facader
- πρόστυχος στα δανικά - spydig, bitchy, bitch, en bitch, en bitch for
- πρόσφατα στα δανικά - nylig, nyligt, for nylig, seneste, for nyligt
Τυχαίες λέξεις
Πρόστιμο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: revselse, bøde, skøn, smuk, straf, fin, fint, fine, bøden
Μεταφράσεις: revselse, bøde, skøn, smuk, straf, fin, fint, fine, bøden