Πτηνό στα δανικά
Μετάφραση: πτηνό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fjerkræ, fugl, fugle, bird, fuglen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πτηνό
καλιακούδα πτηνό, πελεκάνος πτηνό, γερανός πτηνό, κορυδαλλός πτηνό, αετός πτηνό, πτηνό λεξικό γλώσσας δανικά, πτηνό στα δανικά
Μεταφράσεις
- πτερύγιο στα δανικά - finne, flap, klap, klappen, flappen, flig
- πτηνοτροφείο στα δανικά - voliere, aviary, volieren, volierer
- πτητικός στα δανικά - flygtige, flygtig, flygtigt, volatile, svingende
- πτοώ στα δανικά - overawe, imponere
Τυχαίες λέξεις
Πτηνό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fjerkræ, fugl, fugle, bird, fuglen
Μεταφράσεις: fjerkræ, fugl, fugle, bird, fuglen