Σέξι στα δανικά
Μετάφραση: σέξι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sexet, sexy, sexede, frække
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σέξι
σέξι γυναίκες, σέξι λόγια, σέξι φωτο, σέξι ατύχημα στο γυναικείο τζούντο (pic), σέξι ατύχημα στον αέρα του made in star, σέξι λεξικό γλώσσας δανικά, σέξι στα δανικά
Μεταφράσεις
- σέβομαι στα δανικά - agtelse, respekt, ære, hensyn, forbindelse, vidt, forhold
- σέλας στα δανικά - lys, lyset, baggrund, let, grundlag
- σέρβις στα δανικά - betjening, tjeneste, service, tjenesten, tjenesteydelse, tjenester
- σέρνομαι στα δανικά - krybe, crawl, gennemgang, kravle, gennemsøgning, webcrawler
Τυχαίες λέξεις
Σέξι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sexet, sexy, sexede, frække
Μεταφράσεις: sexet, sexy, sexede, frække