Σαστίζω στα δανικά

Μετάφραση: σαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mystificere, forvirre, at mystificere
Σαστίζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαστίζω

σαστίζω συνώνυμα, σαστίζω λεξικό γλώσσας δανικά, σαστίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σας στα δανικά - du, dit, jer, jeres, dig, din, dine, ...
  • σασί στα δανικά - chassis, chassiset, kabinettet, kabinet, stel
  • σατέν στα δανικά - satin, satineret
  • σατανικός στα δανικά - slet, ond, dårlig, sataniske, satanisk, Satans, djævelsk, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαστίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mystificere, forvirre, at mystificere