Σαστίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mistifikuoti, sugluminti, Atrasti slaptumas, Mistyfikować, apgaubti paslaptingumu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαστίζω
σαστίζω συνώνυμα, σαστίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σαστίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σας στα λιθουανικά - jūs, jūsų, savo, jūsų produktui, tavo
- σασί στα λιθουανικά - važiuoklė, Važiuoklės, šasi, šasi su, chassis
- σατέν στα λιθουανικά - atlasas, atlasinis, satino, atlasinio, lygus
- σατανικός στα λιθουανικά - blogas, blogis, piktas, šėtoniškas, satanistinis, šėtono, satanistinė, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαστίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: mistifikuoti, sugluminti, Atrasti slaptumas, Mistyfikować, apgaubti paslaptingumu
Μεταφράσεις: mistifikuoti, sugluminti, Atrasti slaptumas, Mistyfikować, apgaubti paslaptingumu