Σαστίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: σαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
imbarazzo, perplessità, mistificare, mystify, mistificare la, confondere, disorientare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαστίζω
σαστίζω συνώνυμα, σαστίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, σαστίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σας στα ιταλικά - voi, tu, lei, tuo, tua, la tua, il tuo, ...
- σασί στα ιταλικά - telaio, chassis, telai, del telaio, il telaio
- σατέν στα ιταλικά - raso, satin, satinato, del raso, di raso
- σατανικός στα ιταλικά - mal, maligno, male, peccaminoso, malvagio, malizioso, cattivo, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαστίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: imbarazzo, perplessità, mistificare, mystify, mistificare la, confondere, disorientare
Μεταφράσεις: imbarazzo, perplessità, mistificare, mystify, mistificare la, confondere, disorientare