Σαστίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: σαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hämmentää, hämätä, mystifioida, hämmentävät, mystifioitua
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαστίζω
σαστίζω συνώνυμα, σαστίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σαστίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- σας στα φινλανδικά - te, sinä, sinut, sinua, jätkä, sinun, teidän, ...
- σασί στα φινλανδικά - kori, kehikko, alusta, alustan, rungon, runko, runkoon
- σατέν στα φινλανδικά - satiini, satin, satiinia, satiininauhat, satiinipaita
- σατανικός στα φινλανδικά - ilkeä, huono, syntinen, moraaliton, paha, häijy, paheellinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαστίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hämmentää, hämätä, mystifioida, hämmentävät, mystifioitua
Μεταφράσεις: hämmentää, hämätä, mystifioida, hämmentävät, mystifioitua