Συγχωνεύω στα δανικά
Μετάφραση: συγχωνεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
samle, forene, sammenlægge, sammensmeltes, fusionere, sammenarbejde
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγχωνεύω
συγχωνεύω συνώνυμο, συγχωνεύω συνώνυμα, συγχωνεύω λεξικό γλώσσας δανικά, συγχωνεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- συγχορδία στα δανικά - akkord, akkorder, akkorden, korde
- συγχωνεύομαι στα δανικά - samle, forene, brandrør, brandrøret, AMMUNITION
- συγχωρώ στα δανικά - undskylde, benådning, tilgivelse, tilgive, tilgiver, tilgiv, forlade, ...
- συγχώνευση στα δανικά - fusion, fusionen, sammenlægning, sammenlægningen
Τυχαίες λέξεις
Συγχωνεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: samle, forene, sammenlægge, sammensmeltes, fusionere, sammenarbejde
Μεταφράσεις: samle, forene, sammenlægge, sammensmeltes, fusionere, sammenarbejde