Συγχωρώ στα δανικά

Μετάφραση: συγχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
undskylde, benådning, tilgivelse, tilgive, tilgiver, tilgiv, forlade, at tilgive
Συγχωρώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγχωρώ

συγχωρώ ετυμολογία, σε συγχωρώ, συγχωρώ αρχαία, συγχωρώ γνωμικά, συγχωρώ κλίση, συγχωρώ λεξικό γλώσσας δανικά, συγχωρώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συγχωνεύομαι στα δανικά - samle, forene, brandrør, brandrøret, AMMUNITION
  • συγχωνεύω στα δανικά - samle, forene, sammenlægge, sammensmeltes, fusionere, sammenarbejde
  • συγχώνευση στα δανικά - fusion, fusionen, sammenlægning, sammenlægningen
  • συγχώρηση στα δανικά - tilgivelse, benådning, om tilgivelse, eftergivelse, tilgivelsens
Τυχαίες λέξεις
Συγχωρώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: undskylde, benådning, tilgivelse, tilgive, tilgiver, tilgiv, forlade, at tilgive