Λέξη: προβοσκίδα
Σχετικές λέξεις: προβοσκίδα
προβοσκίδα ετυμολογια, προβοσκίδα ελέφαντα, προβοσκίδα αγγλικά
Συνώνυμα: προβοσκίδα
κορμός, κιβώτιο, μπαούλο, προβοσκίδα ελέφαντος, πορτ-μπαγκάζ, προβοσκίς
Μεταφράσεις: προβοσκίδα
προβοσκίδα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
trunk, proboscis, the proboscis, trunks
προβοσκίδα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trompa, tronco, baúl, probóscide, proboscis, la probóscide, probóscide de
προβοσκίδα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
koffer, schrankkoffer, baumstamm, amt, stamm, körper, rüssel, kofferraum, schwertkasten, torso, rumpf, Rüssel, Proboscis, Rüssels, Nasen
προβοσκίδα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
torse, valise, souche, bahut, trompe, tronc, coffre, fuselage, buste, malle, proboscis, la trompe, proboscide, rostre
προβοσκίδα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fusto, cassa, torso, bagagliaio, tronco, baule, proboscide, proboscis, rostro, la proboscide
προβοσκίδα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rosto, truncar, truncado, tronco, focinho, baú, tromba, probóscide, proboscis, probóscida, preto proboscis
προβοσκίδα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slurf, tromp, romp, stam, boomstam, olifantssnuit, snuit, proboscis, zuigorganen
προβοσκίδα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
туловище, штамб, лесина, трок, чемодан, корпус, шина, хобот, сундук, поток, ствол, труба, баул, магистраль, торс, багажник, хоботок, хоботка, хобота, хоботком
προβοσκίδα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kropp, koffert, snabel, stamme, proboscis, snabelen
προβοσκίδα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snabel, koffert, trädstam, torso, proboscis, sugrör, snabelliknande organet, snabel för
προβοσκίδα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arkku, kärsä, matkalaukku, runko, torso, imukärsä, imuputkea
προβοσκίδα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
legeme, kuffert, torso, bul, stamme, krop, snabel, proboscis
προβοσκίδα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
truhla, trup, poprsí, kmen, chobot, peň, kufr, nos, sosák, proboscis
προβοσκίδα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bagażnik, zrąb, tułów, pień, kadłub, pysk, skrzynka, trzon, korpus, kufer, tors, pniak, magistrala, waliza, trąba, smoczek, trąbka, kłujka, Proboscis
προβοσκίδα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
idegtörzs, torzó, oszloptörzs, értörzs, iszapvályú, utazóláda, koffer, pillértörzs, ormány, borneói, szívószerv, ormánya, ormányát
προβοσκίδα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sandık, gövde, hortum, probosis, proboscis, burnumun, hortumlu
προβοσκίδα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
труба, магістральний, стовбур, корпус, жолоб, хоботок
προβοσκίδα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trung, hundë e madhe, feçkë, hundë, thimth insekti, hundë e
προβοσκίδα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
корпус, хобот, хоботче, пробосцис, хобота, дълъг нос
προβοσκίδα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ствол, хабаток, хоботок
προβοσκίδα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kärss, lont
προβοσκίδα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
deblo, stablo, sanduk, dalekovod, nos, surla, rilo, testna, rilca
προβοσκίδα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bolur, proboscis
προβοσκίδα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
proboscis
προβοσκίδα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kūnas, kamienas, liemuo, straubliukas, straublys, siurbtukas, ištįsusi nosis, Smeceris
προβοσκίδα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ķermenis, deguns, smeceris
προβοσκίδα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пробосцис
προβοσκίδα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trunchi, corp, cufăr, trompă, proboscis, trompa, trompei, cu trompa
προβοσκίδα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
trup, Sura, Rilo
προβοσκίδα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kmeň, truhla, trup, držadlo, chobot